Αρχική

O Θουκυδίδης, η προέλευση των Ελλήνων και το όνομα Ελλάς

Σχολιάστε


Από Ερανιστής

«Καί ἐπέπεσε πολλά και χαλεπά κατά στάσιν ταῖς πόλεσιν, γιγνόμενα μέν καί ἀεὶ ἐσόμενα, έως άν ἡ αὐτή φύσις ἀνθρώπων».

Θουκυδίδης, Ιστορίαι 3.2

Γράφει ο Ερανιστής

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος ανάμεσα στη Αθηναϊκή και την Πελοποννησιακή Συμμαχία, υπό την ηγεμονία της Σπάρτης, διήρκεσε, με μερικές ανακωχές, από το 431 π.Χ. έως το 404 π.Χ. και έληξε με την ολοκληρωτική ήττα των Αθηναίων, δίνοντας τέλος στον πολιτισμικό «χρυσό αιώνα».

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος ανάμεσα στη Αθηναϊκή και την Πελοποννησιακή Συμμαχία, υπό την ηγεμονία της Σπάρτης, διήρκεσε, με μερικές ανακωχές, από το 431 π.Χ. έως το 404 π.Χ. και έληξε με την ολοκληρωτική ήττα των Αθηναίων, δίνοντας τέλος στον πολιτισμικό «χρυσό αιώνα».

Όπως γνωρίζουμε ενδεχομένως από τα σχολικά μας χρόνια, ο Έλλην ιστορικός Θουκυδίδης έζησε μεταξύ 460 – 398 π.Χ.. και έγινε παγκοσμίως γνωστός για τη συγγραφή της κλασικής Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου. Στο έργο της ζωής του αφηγείται γεγονότα που συνέβησαν κατά τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης· ο Πελοποννησιακός Πόλεμος κράτησε από το 431 έως το 404 π.Χ., με ένα επτάχρονο διάλειμμα “ύποπτης ανακωχής”. Στο προοίμιο του έργου διαβάζουμε:

1. Θουκυδίδης, ο Αθηναίος, έγραψε την ιστορίαν του πολέμου μεταξύ των Πελοποννησίων και των Αθηναίων. Την συγγραφήν αυτού ήρχισεν ευθύς εξ αρχής της εκρήξεώς του, διότι προείδεν ότι θ’ απέβαινε μεγάλος και περισσότερον αξιομνημόνευτος από κάθε προηγούμενον πόλεμον, και εσυμπέραινε τούτο από το γεγονός ότι αμφότερα τα Κράτη κατήρχοντο εις αυτόν, ενώ ευρίσκοντο εις την ακμήν της παντός είδους στρατιωτικής δυνάμεώς των, και ότι έβλεπε τους λοιπούς Έλληνας είτε τασσόμενους αμέσως, είτε διανοουμένους τουλάχιστον να ταχθούν προς το εν ή το άλλο μέρος. [1] Προοίμιον (1-23)

Η κίνησις αυτή ετάραξε τωόντι βαθύτατα την Ελλάδα, και μέρος υπό τους βαρβάρους και σχεδόν τον κόσμον όλον. Τα προγενέστερα γεγονότα και τα έτι παλαιότερα δεν δύνανται να εξακριβωθούν σαφώς, ένεκα της παρόδου πολλού χρόνου. Αλλά από τεκμήρια, τα οποία, ωθών την έρευνάν μου μέχρι του απωτάτου παρελθόντος, κρίνω αξιόπιστα, άγομαι να πιστεύσω ότι δεν υπήρξαν μεγάλα, ούτε υπό πολεμικήν, ούτε υπό άλλην έποψιν.

Ως προς την καταγωγή του, ο ίδιος αναφέρει ότι ήταν Θραξ, καθώς πατέρας του ήταν ο Όλορος, όνομα το οποίο επίσης ανήκε σε πολλούς βασιλείς της Θράκης. Ο Όλορος ήταν ιδιοκτήτης χρυσωρυχείων στην παράκτια περιοχή απέναντι από τη Θάσο και συνεπώς ευκατάστατος. Ο Θουκυδίδης γεννήθηκε στον Άλιμο και είχε συγγενικούς δεσμούς με τον Αθηναίο πολιτικό και στρατηγό Μιλτιάδη και έναν από τους γιούς του, τον Κίμωνα. Κατά την διάρκεια μιας εκστρατείας στην χερσόνησο της Κριμαίας, ο Μιλτιάδης παντρεύτηκε την Ηγησιπύλη, κόρη του Ολόρου, βασιλιά της Θράκης. Ο μέγας ιστορικός έλαβε κλασική μόρφωση και επηρεάσηκε από την σπουδαία φιλοσοφική παράδοση των Σοφιστών, αν και ήταν μάλλον αριστοκρατικής πολιτικής καταγωγής. Η συγγένεια και η συναναστροφή με τους κύκλους της αριστοκρατίας τον έφερε σε επαφή με ανθρώπους που διαμόρφωσαν την ιστορία της περιόδου για την οποία έγραψε. Ο χαρακτήρας του λέγεται ότι ήταν ψυχρός, μελαγχολικός και απαισιόδοξος.

Περισσότερα…

Η διαχρονικότητα της Ελληνικής συνείδησης και η ψευδεπίγραφη «ρωμαϊκότητα» των Βυζαντινών

Σχολιάστε


Από HellasOnTheWeb

BuzantioΓράφει ο Κυριάκος Κατσιμάνης
Docteur d’ Etat του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, Επίκ. Καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών

1. Η κυρίαρχη ελληνικότητα

Τον τελευταίο καιρό κυκλοφορούν, ιδιαίτερα μέσω του διαδικτύου, ιστορικού περιεχομένου μελέτες και επισημάνσεις με αντικείμενο το Βυζάντιο, από την ανάγνωσή των οποίων προκύπτει η ακόλουθη διαπίστωση: άλλος είναι ο φαινομενικός σκοπός των συντακτών τους και αλλού κατατείνουν συνειδητά και εμπρόθετα χωρίς όμως να το ομολογούν. Ενώ δηλαδή η προβαλλόμενη επιδίωξή τους είναι να αποδείξουν ότι ο όρος «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» είναι ιστορικώς αδόκιμος, το κύριο βάρος της επιχειρηματολογίας τους επικεντρώνεται υπόρρητα στη θεμελίωση των ακόλουθων θέσεών τους:

  1. Οι υπήκοοι της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ως την πτώση της, το 15ο αιώνα, ήταν ελληνόφωνοι Ρωμαίοι και τίποτα περισσότερο. Επομένως,
  2. Η συνείδησή τους ήταν αποκλειστικά και μόνο ρωμαϊκή[1].

Οι παραπάνω θέσεις –απόλυτα σεβαστές καθαυτές– εντάσσονται πιθανώς στις «παρενέργειες» του μεταμοντερνισμού και ενδεχομένως ευνοούνται από την υπερατλαντικής προέλευσης αντίθεση προς το εθνικό κράτος, καθώς και από την ταυτόχρονη προβολή του πολυεθνικού κρατικού «μοντέλου» made in USA. Οι θέσεις, λοιπόν, αυτές υιοθετούνται στη χώρα μας από τους εκπροσώπους του ιστοριογραφικού αναθεωρητισμού και παίρνουν κάποτε τη μορφή ενός ανιστόρητου ελληνομηδενισμού που θεμελιώνεται στις ακόλουθες δύο κυρίαρχες συνιστώσες:

  1. Η δήθεν ελληνικότητα του Βυζαντίου πρέπει να απορριφθεί, άρα,
  2. Η ιστορική συνέχεια του ελληνισμού αποτελεί μύθο.

Δεν αγνοώ ότι οι παραπάνω ελληνομηδενιστικές τάσεις τροφοδοτούνται και διαιωνίζονται, εκτός των άλλων, και από την απογοήτευση που προκαλείται εξαιτίας της γενικευμένης και παρατεταμένης παρακμής –για να μην πω αποσύνθεσης– της πατρίδας μας σε κοινωνικό, ηθικό, διοικητικό, κρατικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Ωστόσο, ούτε η αποκαρδιωτική αυτή διαπίστωση ούτε η διαχρονική ανεπάρκεια της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας έχουν σχέση με το θέμα που συζητάμε εδώ. Μπορεί αυτά όλα να ευνοούν μια τάση απαξίωσης παντός του ελληνικού, τα αίτια, όμως, της κακοδαιμονίας δεν τα αντιμετωπίζουμε ακρωτηριάζοντας το εθνικό παρελθόν μας με τον αποκλεισμό από αυτό της Αρχαίας Ελλάδας ούτε αμφισβητώντας την ιστορική «νομιμότητα» της παραδοχής ότι ο ελληνισμός επιβιώνει ως τις μέρες μας. Τον τελευταίο καιρό κυκλοφορούν, ιδιαίτερα μέσω του διαδικτύου, ιστορικού περιεχομένου μελέτες και επισημάνσεις με αντικείμενο το Βυζάντιο, από την ανάγνωσή των οποίων προκύπτει η ακόλουθη διαπίστωση: άλλος είναι ο φαινομενικός σκοπός των συντακτών τους και αλλού κατατείνουν συνειδητά και εμπρόθετα χωρίς όμως να το ομολογούν. Ενώ δηλαδή η προβαλλόμενη επιδίωξή τους είναι να αποδείξουν ότι ο όρος «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» είναι ιστορικώς αδόκιμος, το κύριο βάρος της επιχειρηματολογίας τους επικεντρώνεται υπόρρητα στη θεμελίωση των ακόλουθων θέσεών τους:

Περισσότερα…