Αρχική

“Στην ηθική όλα είναι σχετικά”, μια θολή και επικίνδυνη θέση

Σχολιάστε


Από Νόστιμον ήμαρ

Φιλοσοφικοί Περίπατοι με τον Θωμά Γιούργα

 Υπερβολικά συχνά, ακούμε σε συζητήσεις γύρω από ένα ζήτημα ηθικού ενδιαφέροντος, πως η Ηθική είναι σχετική και ποικίλλει ανάλογα με τις απόψεις του καθενός. Μάλιστα, αυτή η μεταμοντέρνα στάση εκδηλώνεται και με έναν αέρα προοδευτισμού και διανοητικής υπεροχής. Το πρόβλημα δεν είναι πως αυτή η στάση είναι αφελής, αλλά ότι είναι και επικίνδυνη. Η πεποίθηση πως το περιεχόμενο και η υπόσταση μιας ηθικής κρίσης ξεκινά και σταματά στην άποψη ενός ανθρώπου ή μιας ομάδας ανθρώπων είναι ρηχή, ασυνεπής και βαθύτατα προβληματική. Ας ονομάσουμε αυτή τη στάση, δηλαδή ότι η ηθική είναι σχετική ανάλογα με τις απόψεις ενός ανθρώπου ή μιας κοινωνικής ομάδας, «ηθικό σχετικισμό».

Ο ηθικός σχετικισμός είναι ρηχός διότι δεν επιτρέπει την ουσιαστική διαφωνία. Αν όλες οι απόψεις για ένα ηθικό ζήτημα είναι ισάξιες και δεν υπάρχει κάποιος τρόπος να δούμε την αντικειμενικά ορθότερη, τότε δεν υπάρχει κάποιο ουσιαστικό νόημα στο να διαφωνούμε. Ο ένας πιστεύει ότι ο βιασμός είναι ηθικά ανεκτός και όχι καταδικαστέος, ο άλλος πιστεύει ότι πρόκειται για σοβαρότατο ηθικό παράπτωμα και ποινικό αδίκημα. Αν η ηθική είναι σχετική, όχι μόνο δεν υπάρχει τρόπος να δούμε ποια άποψη είναι καλύτερη αλλά δεν έχει καν ουσιαστικό νόημα η συζήτηση αφού όλες οι απόψεις είναι εξίσου έγκυρες. Η διαφωνία θα είχε τόσο αξία όσο να διαφωνούν δύο άνθρωποι για το πώς προτιμάνε να τρώνε το παστίτσιο.

Ο ηθικός σχετικισμός είναι ασυνεπής διότι υποκρίνεται πως δεν προτείνει καμία αντικειμενική ηθική αλήθεια ή ηθική «συνταγή». Κι όμως, κατά βάθος, ο ηθικός σχετικισμός προτείνει πως θα πρέπει να σεβόμαστε τις απόψεις του άλλου (ή του άλλου πολιτισμού, κοινωνικής ομάδας, κλπ), αφού δεν υπάρχει αντικειμενική ηθική αλήθεια και επομένως όλες οι ηθικές απόψεις έχουν την ίδια βαρύτητα. Αν όμως η ηθική επιταγή του σεβασμού αποκτά αντικειμενική και οικουμενική ισχύ, τότε καταλήγουμε με μια θεωρία που αυτοαναιρείται. Με άλλα λόγια, ο ηθικός σχετικιστής δεν μπορεί να πιστεύει ταυτόχρονα ότι (α) δεν υπάρχει αντικειμενική ηθική αλήθεια, και (β) πως θα πρέπει να σεβόμαστε κάθε διαφορετική ηθική άποψη. Που στηρίζεται η αντικειμενικότητα και η οικουμενικότητα αυτού του ηθικού «πρέπει»;

Τέλος, ο ηθικός σχετικισμός είναι βαθύτατα επικίνδυνος ως ηθική στάση. Σκεφτείτε όλα τα ηθικά ζητήματα για τα οποία έχουμε ξεκάθαρη άποψη. «Η σκλαβιά είναι ανήθικη, απάνθρωπη πρακτική», «οι ναζί διέπραξαν φρικτά εγκλήματα κατά αθώων», «δεν πρέπει να σκοτώνουμε ζώα για την διασκέδαση μας», «οι γυναίκες έχουν ίσα δικαιώματα με τους άνδρες», «ο πλούτος θα πρέπει να ελέγχεται από τους πολλούς και να μοιράζεται δίκαια». Τώρα, σκεφτείτε αν αυτές οι ηθικές κρίσεις έχουν (ή θα έπρεπε να έχουν) τοπική ισχύ ή καθολική ισχύ. Είναι τουλάχιστον υποκριτικό και τελικά επικίνδυνο, να εγκλωβιστούμε σε μια αφελή θέση περί «σχετικής, μη απόλυτης ηθικής», απομειώνοντας την καθολικότητα που πρέπει να διέπει κάποιες ηθικές κρίσεις και πρακτικές.

Εν τέλει, όχι δεν είναι δείγμα διανοητικής άνεσης, ηθικής ανοχής, κοινωνικής προοδευτικότητας, δεν είναι «κουλ» να πιστεύει κανείς ότι απλά η ηθική είναι σχετική. Προφανώς, η αναζήτηση αντικειμενικών βάσεων όπου δικαιολογείται και από όπου πηγάζει η αντικειμενικότητα ηθικών αξιών είναι ένα τρομακτικά δύσκολο εγχείρημα με τους δικούς του κινδύνους. Σίγουρα όμως, δεν είναι ένα εγχείρημα εξ αρχής καταδικασμένο, όπως αυτό του ηθικού σχετικισμού.

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον “Δρόμο”, τo Σάββατο 5.5.2018

Ηλίας Παπαναστασίου : Η Μεταμοντέρνα Αριστερά

Σχολιάστε


Το ακόλουθο κείμενο αναφέρεται στον ΣΥΡΙΖΑ, προφανώς για να υπάρχει η δυνατότητα κατανόησης εκ των πεπραγμένων του, αλλά στην ουσία του περιγράφει την «αριστερά» (και όχι μόνο) διεθνώς.


Από Αντίφωνο

Ο όρος «Μεταμοντέρνος» (Post Modern) αφορά ουσιαστικά την τάση, προσπάθεια και προδιάθεση αποδόμησης – διάλυσης ουσιαστικά – όλου του «Μοντέρνου» επιστημονικού, θεωρητικού κεκτημένου, δηλαδή όλου του Πολιτιστικού Κεκτημένου της Νεώτερης εποχής από το τέλος του Μεσαίωνα και δώθε. Θα χρειαστεί μια σειρά άρθρων για να εξηγήσουμε απλά και στρωτά την αποδομητική – δήθεν εκσυγχρονιστική -τάση των Μεταμοντέρνων Επιστημόνων και των δήθεν ανατρεπτικών τάσεών τους. Ουσιαστικά οι Μεταμοντέρνοι μάς πάνε όχι μπροστά, αλλά πίσω από τους «Μοντέρνους» ή νεωτερικούς. Όσο και να διαμαρτύρονται οι Μεταμοντέρνοι και η θεωρία τους, αποτελούν μια Επανάσταση ενάντια στη Λογική και μια ασύντακτη και πρωτόγονη επιστροφή στην Προ-Λογική ή Μυθολογική περίοδο. Καλύπτουν δε την βαθιά αντιδραστικότητά τους με κραυγές επιστημοσύνης και προχωρημένης σκέψης…

Αφήνοντας για τις μετέπειτα δημοσιεύσεις την ανάλυση των θεωριών τους, σήμερα θα ασχοληθούμε με την Μεταμοντέρνα Αριστερά (Αριστερά εντός εισαγωγικών), επικεντρώνοντας σε πέντε χαρακτηριστικά της για να τονίσουμε την ιδιαιτερότητά της.

  • Η Μεταμοντέρνα «Αριστερά» έχει σαν κύρια τάση τον Κοινωνιολογισμό. Έχοντας αλλεργία και ενστικτώδη απέχθεια στην Βιολογία, οι Μεταμοντέρνοι θεωρούν την Βιολογική κατασκευή σαν Κοινωνική Κατασκευή κατά πρώτο λόγο. Με αποκορύφωμα την θεωρία του φύλου, την οποία πρεσβεύουν, θεωρούν πως τα δυο φύλα είναι κατά πρώτο λόγο «Κοινωνική Κατασκευή». Ουσιαστικά δεν γεννιέσαι βιολογικά σαν άνδρας ή γυναίκα, αλλά «δημιουργείσαι» ή «διαπλάθεσαι» από την Κοινωνία. Έχοντας σαν συνειδητό στόχο να αποδομήσουν τον Βιολογικό Πυρήνα των Φύλων υπερτονίζουν την Κοινωνική Επιρροή στην διαμόρφωση των Φύλων μειώνοντας με κάθε τρόπο τον βιολογικό πυρήνα των δυο φύλων.
  • Η Μεταμοντέρνα Αριστερά έχει αναγάγει την «Ελευθερία Επιλογής» σε υπέρτατο Αγαθό.Υπερπηδώντας Κοινωνία, Κοινωνική Επιρροή και Περίγυρο – για να μην μιλήσουμε για κάποιες «Διαβόητες» Έννοιες τις οποίες απεχθάνεται, όπως Κοινωνική Ηθική και Κοινωνική Ευθύνη – η «Αριστερά» αυτή θεωρεί την Ελευθερία Επιλογής Υπέρτατο Αγαθό, Suprema Lex, Lex Regis. Έτσι, εάν κάποιος που είναι Gay ή Lesbian αποζητά όχι μόνο Σύμφωνο Συμβίωσης αλλά και υιοθεσία τέκνων, ανατροφή κ.λπ. είναι ελεύθερος να το κάνει και φυσικά όλη η υπόλοιπη κοινωνία οφείλει να υπακούσει. Η τελευταία πρόταση από τον ΣΥΡΙΖΑ για υιοθεσία παιδιών από Ομοφυλόφιλους πιστοποιεί του λόγου το αληθές. Όσοι αρνούνται ή τέλος πάντων έχουν ενστάσεις είναι Ομοφοβικοί – στην καλύτερη περίπτωση… – ή απλά «Νεοναζί» και «Φασίστες». Είναι ουσιαστικά η αποθέωση της εγωκεντρικής αντίληψης του κόσμου, δηλαδή η αναγόρευση του Φιλελεύθερου Εγώ σε υπέρτατη Αρχή. Η Μεταμοντέρνα «Αριστερά» είναι ουσιαστικά Φιλελευθερισμός και Νεοφιλελευθερισμός με «Ροζ Πετσέτα».
  • Στον τομέα των εθνικών ζητημάτων η αναγόρευση του «Εθνικού Φαντασιακού» σε κύριο κριτήριο όλων των θεμάτων περί έθνους είναι το θεμελιακό τους χαρακτηριστικό. Για την Μεταμοντέρνα «Αριστερά» δεν υπάρχει έθνος σαν ιστορική κατασκευή – κοινωνική, ταξική, πολιτική, ιδεολογική, θρησκευτική, βιολογική –, αλλά όλα ανάγονται στην Φαντασιακή παραγωγή/αναπαραγωγή του εκάστοτε Εθνικισμού. Με αυτή την λογική δεν υπάρχουν Εθνικοαπελευθερωτικοί Αγώνες – όπως των Αντιαποικιοκρατικών Κινημάτων του Τρίτου Κόσμου, του ΕΑΜ επί Κατοχής ή της Επανάστασης του ’21 – αλλά εθνικοί «Εθνικισμοί». Η λογική πως καθένας που μιλά για Έθνος, Πατρίδα ή Εθνική Απελευθέρωση είναι Εθνικιστής και – εννοείται… – Ακροδεξιός ή και Ναζί δεν είναι Μακριά.
  • Περισσότερα…

Διαφωτισμός: η τελευταία θρησκοληψία

Σχολιάστε


Από Παρέμβαση

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

Andre Masson Tauromaxia

Μια παρέα ξένων, κάπου στο Ρέθυμνο, αναζητούν μια διεύθυνση χαμένοι κάπου στα στενά σοκάκια της παλιάς πόλης. Σταματούν αιφνιδιαστικά μιαν ήσυχη γυναίκα και τη ρωτούν: «από δώ καλά πάμε;». «Μα πού θέλετε να πάτε;», τους ρωτά εκείνη με τη σειρά της. Οι επισκέπτες κοιτιούνται μεταξύ τους απορημένοι, ώσπου κάποιος αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να της εξηγήσει ό,τι δεν ξέρουν που θέλουν να πάνε. Και η γυναίκα ολοκληρώνει την απάντηση της με το διπλό (υπαινικτικό) μήνυμα: «…Ε δεν πάτε καλά!».

Ίσως το παραπάνω παιχνιδιάρικο μότο που χρησιμοποιούμε για εισαγωγή σε τούτο το άρθρο, να μοιάζει κάπως παράταιρο ή και άσχετο με το κατ’ εξοχήν Λογικό θέμα που επιχειρούμε να πραγματευτούμε. Αλλά είναι όντως έτσι;

Αυτό που εννοούμε συνήθως όταν μιλάμε για τον «Διαφωτισμό» δεν γίνεται αντιληπτό από όλους με τον ίδιο τρόπο. Όμως, αν ήταν να δώσουμε έναν γενικό ορισμό, θα μπορούσαμε να πούμε ό,τι πρόκειται για μια πνευματική κίνηση που έχει τις ρίζες της κάπου στον 18ο αιώνα και οδήγησε σε μια ριζική αλλαγή του τρόπου που οι άνθρωποι στον Δυτικό κόσμο, (Δυτική Ευρώπη και Βόρεια Αμερική) κατανοούν τον ρόλο, τη σημασία αλλά και το περιεχόμενο της Λογικής.

Πιο απλά, ο Ορθός Λόγος κατέλαβε μια (την) υψηλότερη θέση στο αξιακό σύστημα της δυτικής κοσμοαντίληψης, αντικαθιστώντας (και καταδικάζοντας) την πίστη ως βάση για την κατανόηση της πραγματικότητας. Ίσως δεν υπάρχει καλύτερος ορισμός απ’ αυτόν που δίνει ο ίδιος Immanuel Kant (1784) στο δοκίμιο του «Τι είναι Διαφωτισμός». «Ο Διαφωτισμός, λέει, είναι η ανάδυση του ανθρώπου από την ανωριμότητα. Όπου, ανωριμότητα είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να χρησιμοποιήσει την ατομική του κατανόηση δίχως την καθοδήγηση κάποιου άλλου».

Για τον Kant, Διαφωτισμός είναι η ικανότητα και το θάρρος να σκέφτεται κανείς για τον εαυτό του, αντιστεκόμενος στην παράδοση, στις συμβατικές συνήθειες και στις αυθεντίες ως πηγές της σοφίας και της γνώσης. Ποιός θα μπορούσε, σήμερα, να έχει αντίρρηση; Θάνατος στα στερεότυπα και στις αυθεντίες, θα ήταν το σύνθημα!

Στην ιδρυτική θέσμιση του Διαφωτισμού, ενυπάρχει η αντίληψη ότι η πραγματικότητα μπορεί να είναι κατανοητή από την ανθρώπινη διάνοια, ακριβώς επειδή το άτομο είναι επαρκώς διανοητικά εξοπλισμένο, ώστε να κρίνει και να αποφασίζει τα του εαυτού του…

Περισσότερα…

Η διαχρονικότητα της Ελληνικής συνείδησης και η ψευδεπίγραφη «ρωμαϊκότητα» των Βυζαντινών

Σχολιάστε


Από HellasOnTheWeb

BuzantioΓράφει ο Κυριάκος Κατσιμάνης
Docteur d’ Etat του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, Επίκ. Καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών

1. Η κυρίαρχη ελληνικότητα

Τον τελευταίο καιρό κυκλοφορούν, ιδιαίτερα μέσω του διαδικτύου, ιστορικού περιεχομένου μελέτες και επισημάνσεις με αντικείμενο το Βυζάντιο, από την ανάγνωσή των οποίων προκύπτει η ακόλουθη διαπίστωση: άλλος είναι ο φαινομενικός σκοπός των συντακτών τους και αλλού κατατείνουν συνειδητά και εμπρόθετα χωρίς όμως να το ομολογούν. Ενώ δηλαδή η προβαλλόμενη επιδίωξή τους είναι να αποδείξουν ότι ο όρος «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» είναι ιστορικώς αδόκιμος, το κύριο βάρος της επιχειρηματολογίας τους επικεντρώνεται υπόρρητα στη θεμελίωση των ακόλουθων θέσεών τους:

  1. Οι υπήκοοι της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ως την πτώση της, το 15ο αιώνα, ήταν ελληνόφωνοι Ρωμαίοι και τίποτα περισσότερο. Επομένως,
  2. Η συνείδησή τους ήταν αποκλειστικά και μόνο ρωμαϊκή[1].

Οι παραπάνω θέσεις –απόλυτα σεβαστές καθαυτές– εντάσσονται πιθανώς στις «παρενέργειες» του μεταμοντερνισμού και ενδεχομένως ευνοούνται από την υπερατλαντικής προέλευσης αντίθεση προς το εθνικό κράτος, καθώς και από την ταυτόχρονη προβολή του πολυεθνικού κρατικού «μοντέλου» made in USA. Οι θέσεις, λοιπόν, αυτές υιοθετούνται στη χώρα μας από τους εκπροσώπους του ιστοριογραφικού αναθεωρητισμού και παίρνουν κάποτε τη μορφή ενός ανιστόρητου ελληνομηδενισμού που θεμελιώνεται στις ακόλουθες δύο κυρίαρχες συνιστώσες:

  1. Η δήθεν ελληνικότητα του Βυζαντίου πρέπει να απορριφθεί, άρα,
  2. Η ιστορική συνέχεια του ελληνισμού αποτελεί μύθο.

Δεν αγνοώ ότι οι παραπάνω ελληνομηδενιστικές τάσεις τροφοδοτούνται και διαιωνίζονται, εκτός των άλλων, και από την απογοήτευση που προκαλείται εξαιτίας της γενικευμένης και παρατεταμένης παρακμής –για να μην πω αποσύνθεσης– της πατρίδας μας σε κοινωνικό, ηθικό, διοικητικό, κρατικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Ωστόσο, ούτε η αποκαρδιωτική αυτή διαπίστωση ούτε η διαχρονική ανεπάρκεια της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας έχουν σχέση με το θέμα που συζητάμε εδώ. Μπορεί αυτά όλα να ευνοούν μια τάση απαξίωσης παντός του ελληνικού, τα αίτια, όμως, της κακοδαιμονίας δεν τα αντιμετωπίζουμε ακρωτηριάζοντας το εθνικό παρελθόν μας με τον αποκλεισμό από αυτό της Αρχαίας Ελλάδας ούτε αμφισβητώντας την ιστορική «νομιμότητα» της παραδοχής ότι ο ελληνισμός επιβιώνει ως τις μέρες μας. Τον τελευταίο καιρό κυκλοφορούν, ιδιαίτερα μέσω του διαδικτύου, ιστορικού περιεχομένου μελέτες και επισημάνσεις με αντικείμενο το Βυζάντιο, από την ανάγνωσή των οποίων προκύπτει η ακόλουθη διαπίστωση: άλλος είναι ο φαινομενικός σκοπός των συντακτών τους και αλλού κατατείνουν συνειδητά και εμπρόθετα χωρίς όμως να το ομολογούν. Ενώ δηλαδή η προβαλλόμενη επιδίωξή τους είναι να αποδείξουν ότι ο όρος «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» είναι ιστορικώς αδόκιμος, το κύριο βάρος της επιχειρηματολογίας τους επικεντρώνεται υπόρρητα στη θεμελίωση των ακόλουθων θέσεών τους:

Περισσότερα…

Γ. Παπαμιχαήλ: Η επινόηση της «ιστορίας ως επινόηση»

Σχολιάστε


Από Άρδην-Ρήξη

G. Papamixahl

Αναδημοσίευση από το Άρδην τ. 62 (2007)

Βρισκόμαστε σε μια καμπή του «διαλόγου» περί του «έθνους» και των συλλογικών, εθνικών ταυτοτήτων, που διεξάγεται κάπου μεταξύ της επιστήμης της ιστορίας και των άλλων επιστημών της κοινωνίας και του ανθρώπου. Στο όνομα μιας θετικιστικής ή «μετα-εθνικιστικής» ιδέας της «επιστημονικής αντικειμενικότητας», οι μεν ιστορικοί –κυρίως βέβαια οι μεταμοντέρνοι ή μεταμοντερνίζοντες– επιχειρούν να «κάνουν κοινωνική ψυχολογία» με τις χοντροκοπιές «λαϊκού ψυχολογικού αναγνώσματος», και με κατάλληλες διατυπώσεις «διαπιστώνουν αντικειμενικά» τις «ιδεολογικές κατασκευές» του εθνοκεντρισμού και την «επινόηση του παρελθόντος» από την αντίστοιχη «εθνικιστική» ιστοριογραφία1, οι δε κοινωνικοί ψυχολόγοι διαπιστώνουν ταυτοτικές ανακατατάξεις ή λειτουργία νέων αξιακών προϋποθέσεων και «αναπαραστάσεων», ή ακόμα, εντοπίζουν μηχανισμούς κοινωνικής επιρροής, διαδικασίες εκλογικεύσεων και συλλογικών συναινέσεων, χωρίς όμως να τους αποδίδουν καθόλου σε κάποιο ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο αναφοράς που, ενδεχομένως, θα μπορούσε να τους ερμηνεύσει.2

Ως γνωστόν, η έννοια του εθνικού κράτους, όπως το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, αποτελούσε συνδυασμό δύο διαφορετικής φύσης δεδομένων τα οποία είναι:

Α) η έννοια του «έθνους» και του εθνικού χαρακτήρα μιας συλλογικότητας που, ως ιδεολογικής φύσης μόρφωμα, συμπυκνώνει τις ιδέες της κοινότητας ή της ομαδοποίησης των ατόμων και της φαντασιακής αδιαιρετότητας ή «ακεραίωσης» ενός κοινωνικού συνόλου. Πρόκειται λοιπόν για μια έννοια που αφορά την «ταυτότητα» ενός ιστορικά, πολιτισμικά, ανθρωπολογικά ή οικονομικοπολιτικά οριζόμενου «εθνικού» σχηματισμού, δηλαδή της εικόνας του «συνανήκειν» και της ανάλογής της παράστασης του «Εμείς» που συγκροτεί κοινωνικά και πολιτικά τη «συνειδησιακή πεμπτουσία» της ανθρώπινης ομάδας.

Β) η έννοια της ισχύος, της κυριαρχίας, δηλαδή της κρατικής δύναμης και βίας (ένοπλης ή ιδεολογικής, έμπρακτης ή συμβολικής), που εξυπηρετεί τα επεκτατικά ή αμυντικά σχέδια ή συμφέροντα της (εθνικής ή άλλης) συλλογικότητας, στις σχέσεις της με τις άλλες εθνικές, φυλετικές ή ταξικές συλλογικότητες.

Όπως είναι γνωστό, αρκετοί μεταμοντέρνοι, ή μεταμοντερνίζοντες, ιστορικοί (που, στην Ελλάδα, οργανώνουν σήμερα τον λόγο τους υπό την μορφή της «κριτικής στα στερεότυπα της νεοελληνικής ιστοριογραφίας»- και ιδίως στον Παπαρηγόπουλο και τον Σβορώνο) αντιμετωπίζουν το «έθνος» απλώς σαν μια έκφραση της «κυρίαρχης ιδεολογίας»– ή, με πιο σύγχρονους όρους, μια «επινόηση» ή μια «κατασκευή» του κράτους και των (εκπαιδευτικών ιδίως) θεσμικών μηχανισμών που αναπαράγουν τις αξίες και τις ιδεολογίες του. Και βέβαια η «μισή» αυτή αλήθεια φαίνεται να συναρπάζει κυριολεκτικά τα πλήθη των «μαρξιζόντων» ημιμαθών ή των υπο-μαρξιζόντων φοιτητικών πληθυσμών που διαμορφώνουν την επιστημονική σκέψη τους υπό την δεσποτική ακαδημαϊκή ηγεμονία μιας τέτοιας «κριτικής». Περισσότερα…

Περί Corpus Christi

Σχολιάστε


Από olympia.gr

Είναι τελικά δείγμα πολιτισμού, όταν ανεβαίνει θεατρικό έργο που αποκαλεί τον Χριστό και τους Mαθητές του ως…ομοφυλόφιλους; Τελικά μερικοί πουλάνε πολιτισμό, όχι αναπτύσοντας καινούργιες ιδέες, αλλά λοιδωρόντας τα πιστεύω των άλλων κοινωνικών ομάδων. Και αυτό τον ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟ τον αποκαλούν…πολιτισμό. Διότι ο μεταμοντερνισμός παράγει ατομικισμό, ψεύτικη δημοκρατία και τυραννική ελευθερία.

Ο άνθρωπος ζει σ’ ένα κοινωνικό σύνολο, δεν είναι μόνος του. Ακριβώς αυτή η κοινωνικότητα του ανθρώπου περιορίζει και την ελευθερία του. Δε ζούμε μόνο σαν άτομα. Ζούμε και σαν κοινωνικό σύνολο. Βρισκόμαστε συνεχώς σε κάποια κοινωνική ομάδα: οικογένεια, σχολείο, χωριό, πόλη, αθλητική ομάδα, οργάνωση, σωματείο, στρατός, περιοχή, κράτος.

Η ομαδική συμβίωση, λοιπόν, επιβάλλει τις οριακές πυραμίδες της ελευθερίας του ατόμου. Δεν μπορεί κανείς να…
τις υπερβεί, αλλά και αν τις υπερβεί, κινδυνεύει αυτός ο ίδιος να χάσει την ελευθερία του, να δουλωθεί. Δεν είναι πραγματική ελευθερία, όταν ταπεινώνεις, εκθέτεις, υποβιβάζεις το συνάνθρωπό σου, για να προβληθείς εσύ. Αυτό μοιραία, αργά ή γρήγορα, θα έχει και την αντίστροφη φορά. Άλλοι θα σού αποδώσουν κάτι ανάλογο.

Από τα βάθη των αιώνων έρχεται η γνώμη του Πλάτωνα με τη φράση: «Η υπερβολική ελευθερία μεταβάλλεται σε υπερβολική δουλεία και για τον πολίτη και για την πολιτεία».

Περισσότερα…

Κοινωνικές επιστήμες, έθνος και εθνικισμός*

Σχολιάστε


Από Άρδην – Ρήξη

Του Σπύρου Βρυώνη, Βυζαντινολόγου, Ακαδημαϊκού από το πρώτο τεύχος του περ. Νέος Λόγιος Ερμής

Η απόφαση της Ακαδημίας Αθηνών να οργανώσει τρεις διαφορετικές ημερίδες, σχετικές με τις σημαντικές χρονολογίες και την προέλευση των σύγχρονων Ελλήνων, είναι σημαντική για το νέο ελληνικό κράτος και για εκείνους που αυτοπροσδιορίζονται ως σύγχρονοι Έλληνες, καθώς και για εκείνους που δεν το κάνουν. Οι αποσυνθετικές παράμετροι των διεθνών διπλωματικών και στρατιωτικών συγκρούσεων έχουν δημιουργήσει ένα παγκόσμιο παράδοξο, στα πλαίσια του οποίου ορισμένοι προέβλεπαν την αποδυνάμωση ή τη σταδιακή εξαφάνιση του «έθνους» και του «εθνικισμού» μπροστά στο «διεθνισμό», ενώ άλλοι είχαν προβλέψει το αντίθετο: την εξασθένιση ή εξαφάνιση του «διεθνισμού» μπροστά σε μια αναβίωση του «έθνους» και του «εθνικισμού». Ωστόσο, η διατύπωση προφητικών προβλέψεων δεν περιλαμβάνεται στο έργο του ιστορικού.

Συχνά οι κοινωνικές επιστήμες, ως συνειδητές επιστημονικές ειδικότητες, δεν περιορίζονται στα όρια που θέτει η έρευνα, αλλά ενδύονται ένα είδος προφητικού μανδύα. Οι επαγγελματίες κάθε μιας από αυτές τις κοινωνικές επιστήμες συχνά διακηρύσσουν ότι διακονούν «επιστήμες», που, όπως υποστηρίζουν στον ακαδημαϊκό κόσμο, η ειδικότητά τους προσομοιάζει περισσότερο με τις φυσικές επιστήμες παρά με εκείνες της φιλολογίας και των άλλων ανθρωπιστικών επιστημών. Έτσι, ο τελικός σκοπός των περισσότερων κοινωνικών επιστημών είναι να επικυρώσουν και να καθορίσουν τους νόμους που διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Με τον τρόπο αυτό ισχυρίζονται ότι μπορούν να προβλέψουν πώς θα συμπεριφερθούν υπό δεδομένες συνθήκες, όχι μόνο τα άτομα, αλλά και μεγαλύτερες ομάδες, η οικογένεια, η φυλή, ή και ακόμα μεγαλύτερες συσσωματώσεις. Επίσης, ο ρόλος των διακεκριμένων και προβεβλημένων επαγγελματιών απολαμβάνει ένα είδος αναγνώρισης, ως αξιόπιστη πηγή και αυθεντία για την ανάλυση της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Με την αύξηση των πληθυσμών, την πολυπλοκότητα των οικονομικών και πολιτικών κρίσεων, τις απαιτήσεις της κοινωνίας, το «έθνος» και οι «εθνικισμοί» συχνά αναζητούν λύσεις από τους κοινωνικούς επιστήμονες. Το παράδειγμα του διάσημου βοστονέζου ψυχιάτρου Δρ. Langer να προβεί σε ανάλυση της προσωπικότητας του Χίτλερ αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα. Η χρησιμοποίηση της στατιστικής από τους κοινωνιολόγους έχει οπωσδήποτε μια πρακτική αξία, σε ότι αφορά τις προφανείς ασθένειες της σύγχρονης κοινωνίας. Όμως, ακόμη και στις περιπτώσεις αυτές, η αξία της πρακτικής γνώσης είναι συγκεκριμένη και δύσκολα επιτρέπει στους κοινωνιολόγους να ισχυρίζονται ότι ο κλάδος τους συνιστά μια «επιστήμη» στα θέματα της θεωρίας και της ανάλυσης των εννοιών του «έθνους» και του «εθνικισμού». Διότι εδώ αυτές οι ειδικότητες πρέπει να βασιστούν στην ιστορία, ενώ οι θεωρίες τους δεν μπορούν να γενικευτούν σε τέτοιο βαθμό, διότι έχουν συγκεκριμένο ειδικό επιστημονικό προσανατολισμό και ο υποκειμενισμός πάντα ελλοχεύει. Οι μεθοδολογίες τους είναι επιρρεπείς στην «εφεύρεση» γενικών νόμων για τον καθορισμό της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Περισσότερα…